Πέμπτη, Δεκεμβρίου 25

Δημήτριος Μάξιμος

Καθημερινά στις τηλεοράσεις βλέπουμε εικόνες με τους υπουργούς να μπαινοβγαίνουν στο Μέγαρο Μαξίμου. Το Μέγαρο Μαξίμου είναι λογικώς συνιφασμένο με την πρωθυπουργική κατοικία και οχι με τον παλαιό ιδιοκτήτη του που προσδιορίζεται απο την κτητική. Αυτή η γενική κτητική λοιπόν αναφέρεται στον Πατρινό πρωθυπουργό και οικονομολόγο, Δημήτριο Μάξιμο.

Γεννήθηκε την 8η Ιουλίου του 1873 στην Πάτρα και ήταν το δεύτερο παιδί του Επαμεινώνδα Μάξιμου (1830-1877) και της Ασπασίας Λόντου (1845-1927). Απο την πλευρά του πατέρα του καταγόταν απο σπουδαία Χιώτική εμπορική οικογένεια, μέλη της οποίας διακρίθηκαν στο εμπόριο, τον τραπεζικό κλάδο και την πολιτική. Η γιαγιά του απο την πλευρά του πατέρα του ήταν το γένος Ροδοκανάκη. Η δε μητέρα του ήταν κόρη του προέδρου της βουλής και δημάρχου Πατρέων, Ανδρέα Χ. Λόντου. Σπούδασε νομικά, οικονομικά και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Η παράδοση της οικογένειας τον έσπρωξε προς τα οικονομικά. Έτσι παράλληλα με τις σπουδές του, το 1891, προσλήφθηκε στην εθνική τράπεζα και λίγα χρόνια αργότερα έγινε υποδιευθυντής της εθνικής τράπεζας της Πάτρας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί οτι υποδιοικητής της Εθνικής τράπεζας την περίοδο 1889-1896 και εν συνέχεια διοικητής αυτής εως το 1911 ήταν ο θείος του, σύζυγος της αδερφής της μητέρας του, Βικτωρίας Λόντου, Στέφανος Στρέϊτ. Το 1901 έγινε μέλος της λιμενικής επιτροπής Πατρών.

Το 1911 ανέλαβε την διεύθυνση του κεντρικού καταστήματος των Αθηνών και το 1914 έγινε υποδιοικητής αυτής. Επτά χρόνια αργότερα εξελέγη διοικητής της Εθνικής τράπεζας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1922 οπότε και απομακρύνθηκε απο την επαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα. Λίγο αργότερα αναχώρησε μαζί με την σύζυγό του για την Φλωρεντία όπου εγκαταστάθηκε. Το 1927 επέστρεψε στην Ελλάδα και προσλήφθηκε ως οικονομικός σύμβουλος του λαϊκού κόμματος, μέλος του οποίου ήταν τα πρώτα του ξαδέφια, Δημήτριος Λόντος, βουλευτής και υπουργός, και Γεώργιος Στρέϊτ, νομικός και βουλευτής. Η πρώτη σημαντική συμμετοχή του στα πολιτικά δρώμενα της εποχής αφορούσε τα χρυσά καλύμματα της Εθνικής Τράπεζας. Η διαφωνία αυτή οδήγησε τον Αύγουστο του 1927 στην αποχώρηση των μελών του Λαϊκού κόμματος απο την οικουμενική κυβέρνηση.

Κατα τη διάρκεια της δεκαετίας του '30 ο Μάξιμος αναμείχθηκε ενεργά στα πολιτικά πράγματα, ιδιαίτερα απο παρασκηνιακό επίπεδο. Στις 8 Ιουλίου 1931 ο Βενιζέλος συναντήθηκε μυστικώς με τον Μάξιμο παρακαλώντας τον να πείσει τον Τσαλδάρη, αρχηγό του λαϊκού κόμματος να αναγνωρίσει το πολίτευμα. Είναι γεγονός οτι ο Μάξιμος αν και ήταν μέλος του Λαϊκού Κόμματος διατηρούσε επαφές με τον Βενιζέλο και ήταν αποδεκτός απο όλες τις παρατάξεις, κυρίως λόγω των γνώσεών του πάνω στα οικονομικά ζητήματα. Αυτό άλλωστε φάνηκε και τον Σεπτέμβριο του 1931 όταν ο Βενιζέλος μετά την παραίτηση του Διομήδη απο την διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας και εν μέσω οικονομικής κρίσης, του πρότεινε την θέση του διοικητού, την οποία και αρνήθηκε λόγω βασικών διαφωνιών ως προς τον τρόπο διοίκησης. Αν και δεν δέχθηκε την θέση που του προτάθηκε μέσω αρθρογραφίας προσπάθησε να προτείνει λύσεις προς την κυβέρνηση μεταξύ των οποίων ήταν η δημιουργία κοινής διοίκησης μεταξύ Εθνικής και τράπεζας Ελλάδος κ.α. Μετά τη δημοσίευση των απόψεων εκλήθη απο τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο χωρίς όμως δυστυχώς να υπάρξει συμφωνία ως προς την αντιμετώπιση της κρίσης. Τον Απρίλιο του 1932 μετά την παραίτηση Μαρή του προσφέρθηκε απο τον Βενιζέλο το υπουργείο οικονομικών το οποίο όμως αρνήθηκε.

Στις εκλογές του 1933 το Λαϊκό Κόμμα υπερίσχυσε του κόμματος των Φιλελευθέρων. Οι στρατηγοί όμως που ήταν βενιζελικοί αρνήθηκαν να παραδώσουν την εξουσία στον Τσαλδάρη επιδιώκοντας τον σχηματισμό στρατιωτικής κυβέρνησης. Γι'αυτό τον λόγο ο Βενιζέλος επικοινώνησε με τον Μάξιμο για να τον πληροφορήσει για τα γεγονότα προτρέποντας παράλληλα να ενημερώσει τον Τσαλδάρη, πράγμα που έκανε. Ο Τσαλδάρης παρ'ολα αυτά αρνήθηκε να δώσει την συγκατάθεσή του εμμένοντας στην άποψή του για σχηματισμό κυβέρνησης απο του λαϊκούς. Τελικά οι στρατηγοί μη μπορώντας να συμφωνήσουν, αναγκάστηκαν να αφήσουν τον Τσαλδάρη να σχηματίσει κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε και ο Μάξιμος, έχοντας το υπουργείο των εξωτερικών, αν και εξωκοινοβουλευτικός. Τον ίδιο χρόνο εξελέγη αριστιδίν γερουσιαστής. Στις 7 Μαρτίου στο σπίτι του, το γνωστό Μέγαρο Μαξίμου, πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ Οθωναίου και Τσαλδάρη, ο οποίος ακόμα δεν είχε σχηματίσει επίσημα κυβέρνηση προκειμένου να βολιδοσκοπήσει ο πρώτος τις σκέψεις του δεύτερου σχετικά με το θέμα της αμνηστίας του Πλαστήρα.

Παράλληλα εκρεμούσε και το θέμα της παραπομπής του Βενιζέλου σχετικά με την ηθική αυτουργία του στο παρ'ολιγον πραξικόπημα του '33. Ο Μάξιμος ως υπουργός εξωτερικών είχε ήδη ενημερώσει τον Τσαλδάρη οτι η διεθνής κοινότητα δεν θα αποδεχόταν καμία απόφαση καταδίκης του Βενιζέλου συμβουλευοντάς τον παράλληλα να τον αμνηστεύσει. Πράγματι ο Τσαλδάρης, αφού σχημάτισε και ο ίδιος άποψη, αποφάσισε να βαδίσει προς την κατεύθυνση που του είχε υποδείξει ο Μάξιμος αμνηστεύοντας τον Βενιζέλο.

Όσον αφορά την θητεία του Μάξιμου στο υπουργείο εξωτερικών αυτή μόνο επιτυχής μπορεί να θεωρηθεί. Οι καλές εντυπώσεις που δημιούργησε στις διεθνείς διασκέψεις όπως σε αυτές της Διεθνης νομισματικής διάσκεψης και της δημοσιονομικής πολιτικής της ΚΤΕ, αλλά και τα διάφορα σύμφωνα που υπέγραψε με τις γείτονες χώρες βελτίωσαν την εικόνα της Ελλάδας προς το εξωτερικό. Συγκεκριμένα κατόπιν πρωτοβουλίας του Τούρκου υπουργού εξωτερικών υπεγράφη το ελληνοτουρκικό σύμφωνο αμοιβαίας εγγυήσεως της εδαφικής ακεραιότητας των δύο χωρών (14 Σεπτεμβρίου 1933) ενώ άρχισαν και οι συζητήσεις για την υπογραφή συμφώνου μεταξύ των βαλκανικών χωρών. Το πρόβλημα βέβαια που δημιουργήθηκε ήταν αν θα συμμετείχε η Βουλγαρία που είχε μεγάλη σημασία για την Τουρκία και την Ελλάδα. Η άρνηση της Βουλγαρίας ανάγκασε τον Μάξιμο να επισκεφθεί τις ηγεσίες των γειτονικών χωρών και να αρχίσει τις επαφές με τις Μεγάλες Δυνάμεις προκειμένου να πιεστεί η βουλγαρική ηγεσία να υπογράψει. Τον Δεκέμβριο του ίδιο χρόνο συναντήθη με τον βασιλιά της Γιουγκοσλαβίας Αλέξανδρο, απο τον οποίο και ρωτήθηκε αν υπήρχε κάποια μυστική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας στο σύμφωνο του '28, κάτι βέβαια που αρνήθηκε. Αν και μεταξύ των βαλκανικών κρατών πλην Βουλγαρίας υπήρχε συμφωνία, δεν συνέβαινε το ίδιο και με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Μ. Βρετανία και η Ιταλία προσπαθούσαν να καθυστερήσουν την υπογραφή του συμφώνου λόγω της σημαντικής συμμετοχής στην επίτευξη αυτού της Γαλλίας. Στα ταξίδια που πραγματοποίησε ο Μάξιμος στη Ρώμη και το Λόνδίνο φάνηκε η αντίθεση των χωρών αυτών. Με την επιστροφή του Μάξιμου στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών στο οποίο αποφασίστηκε η υπογραφή του βαλκανικού συμφώνου μεταξύ της Ελλάδας, της Γιουγκοσλαβίας, της Ρουμανίας και της Τουρκίας. Πράγματι στις 9 Φεβρουαρίου 1934 υπεγράφη στην Αθήνα παρά την αντίρρηση της Αγγλίας και της Ιταλίας. Η πληροφορία όμως οτι το συγκεκριμένο σύμφωνο υπήρχε περίπτωση να οδηγήσει την Ελλάδα σε πόλεμο με την Ιταλία προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης κατα της κυβερνήσεως, η οποία με διευκρινιστικές ερμηνείς προσπάθησε να εκτονώσει την όλη κατάσταση. Τελικώς η κυβέρνηση υποχώρησε αρνούμενη να υπογράψει τις στρατιωτικές συμβάσεις με τις άλλες χώρες, που αποτελούσαν ίσως και το ουσιαστικότερο κομμάτι του συμφώνου.

Τον Ιανουάριου του 1935 παραιτήθηκε απο το υπουργείο εξωτερικών προκειμένου να ταξιδέψει στο εξωτερικό για λόγους υγείας. Η παραίτησή του έγινε δεκτή μόλις στις 2 Μαρτίου 1935, εποχή που είχε ξεσπάσει το κίνημα του '35. Τελικά επανήλθε στην θέση του υπουργού εξωτερικών την 13η Ιουλίου.

Με τον σχηματισμό της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου, ο πρωθυπουργός προσκάλεσε πολιτικούς άνδρες της εποχής προκειμένου να στηρίξουν την νέα κυβέρνηση. Μεταξύ αυτών που απεδέχθησαν την πρόσκληση και τον επισκέφθηκαν ήταν και ο Δημήτριος Μάξιμος. Η κίνησή του βέβαια να τον επισκεφθεί δεν ήταν πράξη αποδοχής του νέου καθεστώτος αλλά μάλλον ένδειξη ανοχής προς την νέα κυβέρνηση, η οποία έπρεπε να θέσει κάποιες βάσεις έτσι ωστε να βγεί απο το οικονομικό τέλμα που βρισκόταν το κράτος λόγω του πολέμου. Εκτός απο τον Μάξιμο, τον Τσολάκογλου επισκέφθησαν οι Πάγκαλος, Γονατάς, Κωνσταντίνος Τσαλδάρης, Παπανδρέου κ.α. Το 1947 σε μια δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα με τη βοήθεια των Αμερικανών σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού (Επτακέφαλος Κυβέρνησις). Λόγω της αποτυχίας της κυβερνήσεως στο στρατιωτικό σκέλος, ο Μάξιμος υπέβαλε παραίτηση στα τέλη Αυγούστου του ίδιου χρόνου.

Απεβίωσε απο συγκοπή καρδιάς στις 16 Οκτωβρίου του 1955 στην Αθήνα. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στην εκκλησία του Α΄ νεκροταφείου Αθηνών όπου και ενταφιάστηκε. Ήταν ανεπίσημη και δεν αποδόθησαν τιμές πρωθυπουργού κατόπιν παρακλήσεως της οικογένειας. Τάφος της οικογένειας Μαξίμου υπάρχει και στο α΄ νεκροταφείο Πατρών όπου είναι ενταφιασμένος ο πατέρας του Επαμεινώνδας. Συγκεκριμένα βρίσκεται δίπλα σε αυτούς των Λόντου και Χαραλάμπη (συγγενικοί δηλαδή-Η πεθερά του Επαμεινώνδα ήταν το γένος Χαραλάμπη) στον λόφο των αγωνιστών. Δυστυχώς επειδή δεν κατοικούν απόγονοι αυτών των οικογενειών, απ'οσο μπορώ να γνωρίζω, στην Πάτρα τα ταφικά αυτά μνημεία έχουν περιέλθει σε κακή κατάσταση. Ήταν παντρεμένος με την Ειρήνη Μανούση και δεν είχε απογόνους. Ανηψιός του ήταν ο Γεώργιος Οικονομόπουλος, υπουργός δικαιοσύνης στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας.

Η βιβλιοθήκη του Μάξιμου δωρήθηκε μετά τον θάνατό του, σύμφωνα μάλλον με την διαθήκη του, στον δήμο Πατρέων. Το όνομά του άλλωστε υπάρχει στην εντοιχισμένη πλάκα των δωρητών της βιβλιοθηκης. Για να τον τιμήσει ο δήμος Πατρέων έδωσε το όνομά του σε έναν δρόμο της πόλης, στην περιοχή Χαλκωματά, κοντά στο Σκαγιοπούλειο. Σχετικά τώρα με το ομώνυμο μέγαρο που βρίσκεται επι της Ηρώδου Αττικού και φιλοξενεί την πρωθυπουργική κατοικία πληροφορίες μπορείτε να βρείτε εδώ.

Δημήτριος Μάξιμος

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11

Οικογένεια Κόλλα

Είμαι σίγουρος οτι οι περισσότεροι γνωρίζουν το επώνυμο "Κόλλα" απο το ομώνυμο εμπορικό κέντρο της πλατείας Γεωργίου Α΄. Δεν θα έπρεπε όμως αν αναλογιστεί κανείς τη σημαντική παρουσία των στην οικονομική, κυρίως, ζωή της Πάτρας.

Η ιστορία της οικογένειας αυτής στην Πάτρα ξεκινάει το 1828 όταν και εγκαθίσταται στην Πάτρα, προερχόμενος απο τη Ζάκυνθο, ο γενάρχης του πατραϊκού κλάδου, Μιχαήλ Δ. Κόλλας (1797 - 1873). Η καταγωγή του ήταν απο τη Χίο αλλά μετά την καταστροφή της απο τους Οθωμανούς κατέφυγε στη Ζάκυνθο για να καταλείξει στην Πάτρα. Σχεδόν αμέσως ασχολήθηκε με το εμπόριο σταφίδας και το Real estate, όπως θα λέγαμε σήμερα την αγορά εκτάσεων και ακινήτων, απο τα οποία απέκτησε τεράστια κινητή και ακίνητη περιουσία. Εκτός απο το εμπορικό κατάστημα στην Πάτρα, άνοιξε και υποκατάστημα στο Λονδίνο, το οποίο κυρίως διαχειρίστηκαν οι γιοί του Ανδρέας και Δημήτριος Κόλλας.

Ήδη απο το 1866 η οικογένεια παρουσιάζεται να έχει δανειστικές δραστηριότητες που δεν περιορίζονται μόνο στην Πάτρα αλλά επεκτείνονται στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου. Ειδικά απο τα τέλη του 19ου αιώνα τα τραπεζικά προνόμια της οικογενειακής επιχείρησης αυξάνονται καθώς λόγω της σταφιδικής κρίσης το κράτος παραχώρησε αρκετά δικαιώματα μεταξύ των οποίων αυτό της εκποίησης του ενεχύρου κ.α.  Στη σταφιδική κρίση του 1893 ο εμπορικός οίκος Κόλλα ήταν ένας εκ των λιγοστών που κατάφερε να περάσει σχεδόν αλώβητος την κρίση. Όπως παρατηρεί ο Χρήστος Μούλιας στο βιβλίο του "Το λιμάνι της σταφίδας " (εκδόσεις περι τεχνών) ο λόγος για τον οποίο απέφυγε την καταστροφή ήταν γιατί εμπορευόταν κατα παραγγελία ή επι προμήθεια. Με την παράλληλη πτώχευση της πλειονότητας των ελληνικών εμπορικών οίκων, η οικογένεια Κόλλα ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την παρουσία της. Αξίζει να σημειωθεί οτι τον ενεργότερο ρόλο απο τους γιούς του Μιχαήλ διαδραμάτισε ο Ανδρέας Μ. Κόλλας, ο οποίος διατηρούσε κατάστημα επι της Ρήγα Φεραίου, εκεί που σήμερα είναι το εμπορικό κέντρο "Κόλλα". Επί της Ρήγα Φεραίου υπάρχει η πόρτα του σπιτιού με την επιγραφή στο πάνω μέρος "Μιχαήλ Α. Κόλλα". Άλλωστε η δύναμη της οικογένειας αποτυπώνεται και στην δολοφονική επίθεση του αναρχικού Μάτσαλη εναντίον του Ανδρέα Κόλλα και του Διονυσίου Φραγκόπουλου, που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του πρώτου και τον θάνατο του δεύτερου, και αυτό γιατί στις δηλώσεις του είπε: "Φονεύσας δεν απέβλεψα εις τα πρόσωπα, αλλά κτύπησα το Κεφάλαιον", γεγονός που σημαίνει οτι ο Ανδρέας Κόλλας αποτελούσε τον χαρακτηριστικότερο εκπρόσωπο του λεγόμενου κεφαλαίου. Η παρακμή του λιμανιού της Πάτρας και η ενασχόληση των μελών της οικογενείας με άλλους τομείς πέραν του εμπορίου οδήγησαν στο κλείσιμο του εμπορικού οίκου το 1954 που μέχρι τότε υπολειτουργούσε.

Τα μέλη της οικογένειας Κόλλα λόγω της συχνής επαφής τους με τα ευρωπαϊκά ήθη και έθιμα αλλά και λόγω της οικονομικής τους ευχέρειας αποτέλεσαν μέλη της πατρινής ελιτ εισάγοντας καινοτόμες συνήθειες, προοδευτικές για την τότε εποχή. Χακτηριστική περίπτωση είναι το τέννις club που είχε ιδρύσει μια ολιγομελής ομάδα πατρινών και ξένων εμπόρων, και στην οποία συμμετείχαν οι Φωκίων, Κωνσταντίνος και Μιχαήλ Κόλλας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί οτι ήταν οι μοναδικοί Έλληνες-μέλη του club αυτού καθώς οι άλλοι ήταν μέλης της αγγλικής παροικίας. Αλλά και άλλος ένας, ο Σοφοκλής Κόλλας, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό διατελώντας πρόεδρος του Ναυτικού Ομίλου Πατρών (1929 - 1932) καθώς και αθλητής του σκί, όντας μάλιστα ο πρώτος δάσκαλος του σκι του Ορειβατικού συλλόγου Πατρών. Να σημειωθεί ότι ο Σοφοκλής αφιέρωσε μέρος της περιουσίας του για την οικονομική υποστήριξη του Ν.Ο.Π., του οποίου ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρός του (βλ. Νίκος Τόμπρος, Ναυτικός Όμιλος Πατρών 1929 - 2009, Πάτρα 2010, σελ.129) Το ίδιο και ο Δημήτριος Κόλλας  που ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Παναχαϊκής την περίοδο 1904-1905 & 1908-1909.

Εκτός απο τον αθλητισμό τα μέλη της οικογένειας Κόλλα δεν θα μπορούσαν να λείπουν και απο τις κοινωνικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Ο Μιχαήλ Κόλλας ήταν ένας απο τους χρηματοδότες του δημοτικού θεάτρου προσφέροντας το ποσό των 1.000 δραχμών ενώ ο Ανδρέας συμμετείχε στην επιτροπή ανεγέρσεως του α΄ νεκροταφείου Πατρών και είχε χρηματίσει πρόεδρος του πτωχοκομείου. Η ισχύ της οικογενείας αποδεικνύεται και απο την θέση του οικογενειακού τάφου τους στο Α΄ νεκροταφείο Πατρών καθώς βρίσκεται στην Αλέα των τραπεζιτών, στο κεντρικότερο και ακριβότερο σημείο του νεκροταφείου. Αλλά και το μέγεθος αυτού αναδεικνύει την αίγλη της οικογένειας. Η Καϊκά - Μαντανίκα περιγράφοντας το ταφικό μνημείο λέει οτι "πρόκειται για εναν ναϊσκο ιωνικού ρυθμού υψωμένο σε κρηπίδωμα, ο οποίος αποτελεί στολίδι του νεκροταφείου".

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η έπαυλις της οικογενείας στο Μπεγουλάκι που σήμερα βρίσκεται στο χώρο των ΤΕΙ. "Κατασκευασμένη  στα τέλη του 19ου αιώνα παραπέμπει σε αγροτόσπιτα ιταλικής επαρχίας ενώ χαρακτηριστικοί είναι οι πυργίσκοι που υπάρχουν και που προσδίδουν γραφικότητα και κοσμοπολίτικη διάθεση" αναφέρει η Μαρία Κακούρη-Βουδούρογλου στο βιβλίο της "Πάτρα-Παλαιά σπίτια, κτίσματα και μνημεία" (εκδόσεις Εστία). Παλιότερα μάλιστα υπήρχε και τερέν τέννις, το οποίο αποτυπώνεται σε ορισμένες φωτογραφίες που υπάρχουν στο βιβλίο με το αρχείο Μόρφυ. Οι αποθήκες Κόλλα, που βρίσκονται επι της Πατρέως και Αγίου Ανδρέα, δωρήθηκαν στη δημοτική βιβλιοθήκη απο τους Φωκίων και Μιχαήλ Κόλλα. Επίσης υπάρχει το τοπωνύμιο Κολλαριά Ξυροκάμπου, στο Καστρίτσι, που προέρχεται απο εκτάσεις των παραπάνω.

Οι Κωνσταντίνος και Κίμων Κόλλας ακολούθησαν το διπλωματικό σώμα. Ο πρώτος γεννήθηκε στην Πάτρα το 1881, σπούδασε νομική και το 1908 εισήλθε στο διπλωματικό σώμα, στο οποίο παρέμεινε μέχρι το 1947. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος μάλιστα στο "Ημερολόγιο" αναφέρεται στον Κωνσταντίνο Κόλλα, τον οποίο συναντούσε συχνά λόγω της θητείας του ως πρέσβη της Ελλάδας στο Κάϊρο την περίοδο της κατοχής. Ο Κίμων Κόλλας γεννημένος το 1882 αποχώρησε από το διπλωματικό σώμα το 1948. Ένα άλλο μέλος της οικογένειας, η Σοφία Κόλλα, κόρη του Ανδρέα, παντρεύτηκε τον Γεώργιο Τοπάλη, σταφιδέμπορα και δήμαρχο Πατρέων. Επίσης η Ανθίππη Κόλλα, κόρη του Μιχαήλ, παντρεύτηκε τον σταφιδέμπορα Διονύσιο Στάμο και απέκτησαν: την Ευανθία Κρεμμύδη, την Σοφία, σύζυγο του σταφιδέμπορα Μακρυγιάννη, την Αγλαΐα Κρόκου κ.α. Τέλος σχετικά με το αρχείο των Κόλλα πρέπει να αναφερθεί το ακόλουθο περιστατικό. Κατα τη διάρκεια της κατασκευής του εμπορικού κέντρο "Κόλλα", το αρχείο της οικογένειας πετάχτηκε στα σκουπίδια. Η Αναστασία Κολοκοτσά που διατηρεί μαγαζί στην περιοχή βρήκε το αρχείο και το μάζεψε απο τα σκουπίδια. Στη συνέχεια ο απόγονος των Κόλλα, και πρώην ιδιοκτήτης του αρχείου, το διεκδίκησε καταφεύγοντας στα δικαστήρια. Η μήνυση τελικά αποσύρθηκε και το αρχείο παρέμεινε στην κ. Κολοκοτσά ενώ άλλο ένα μέρος αυτού βρίσκεται στα γενικά αρχεία του κράτους. Πραγματικά ελπίζω να ασχοληθεί κάποιος με το αρχείο και γενικότερα με τους Κόλλα καθώς η προσφορά της ακόμη και σήμερα δεν έχει αναγνωριστεί.

Σήμερα κανένας απόγονος αυτής δεν διαμένει στην Πάτρα.