Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες φυσιογνωμίες της πατραϊκής πολιτικής σκηνής του 19ου αιώνα αποτελεί ο Αντώνιος Ρικάκης (1824 - 1909), νομικός, επιχειρηματίας και πολιτικός που συμμετείχε ενεργά στα οικονομικά και πολιτικά τεκτενόμενα της πατραϊκής και αθηναϊκής κοινωνίας. Υπήρξε βουλευτής, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, μέτοχος αρκετών επιχειρήσεων (μεταλλίων, πυριτιδοποιείου κ.α.) καθώς και δικηγόρος σε σημαντικές υποθέσεις της εποχής (Λαυρεωτικά κ.α.). Φωτογραφίες από το αρχείο Ρικάκη μπορείτε να δείτε εδώ.
Πρώιμα χρόνια, δικηγορία & επιχειρηματική δράση
Γεννημένος στα Κύθηρα, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του ήδη από την έναρξη της επαναστάσεως για να γλιτώσει από τους διωγμούς που πραγματοποιούσαν οι Τούρκοι στην Κρήτη, μεγάλωσε στην Πάτρα αποφοιτώντας από το τοπικό γυμνάσιο. Πρώτος του εξάδελφος ήταν ο Κωνσταντίνος Μαγκάκης. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1844 διορίστηκε[1] δικηγόρος στα δικαστήρια Ναυπλίου. Το 1851 διορίστηκε αντιεισαγγελέας Αθηνών[2] και λίγο αργότερα πρωτοδίκης. Στη συνέχεια προήχθη σε εισαγγελέα Πατρών, παραιτήθηκε όμως για να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου. Εκείνο το διάστημα υπήρξε δικηγόρος[3], μαζί με τον Παυσανία Χοϊδά και τον Νικόλαο Μίχο, της εφημερίδας Πάτραι κατά της οποίας είχε καταφύγει στο δικαστήριο ο νομάρχης Αχαΐας Ιωάννης Αμβροσιάδης. Φαίνεται ότι από την δικηγορία ο Ρικάκης απέκτησε σημαντική περιουσία καθώς την δεκαετία του 1860 εμφανίζεται να είναι ιδιοκτήτης[4] αρκετών σταφιδάμπελων. Για να επιτύχει καλύτερη απόδοση των χρημάτων του πραγματοποιεί[5] πολλές συνενώσεις - ανταλλαγές σταφιδάμπελων. Το 1866 παρουσιάζει ετήσιο εισόδημα 2.000 δραχμών[6].
Την δεκαετία του 1850 παντρεύτηκε την Θεώνη Παπαδιαμαντοπούλου, κόρη του κτηματία και πολιτικού Παναγιώτη Παπαδιαμαντόπουλου. Ο γάμος του με την Θεώνη μπορούμε να υποθέσουμε ότι εκτός από την σημαντική προίκα (κτήματα στα Βραχνέϊκα κ..α), σε ακίνητη ή ρευστή περιουσία, τον ενένταξε και στο σημαντικό οικογενειακό δίκτυο[7] των Παπαδιαμαντόπουλων που εκτεινόταν και στην αθηναϊκή κοινωνία μέσω των διαφόρων επιγαμιών που τα μέλη της είχαν πραγματοποιήσει. Να σημειωθεί πάντως ότι αν και συνδεόταν συγγενικά μέσω της συζύγου του με την οικογένεια Καλαμογδάρτη, με εξαίρεση τις εκλογές του 1861, συμμετείχε σε αντίπαλες παρατάξεις.
Όπως θα δούμε παρακάτω μεταξύ της πρώτης του εκλογής ως βουλευτού (1861) και της δεύτερης (1875) μεσολαβεί ένα κενό δεκατεσσάρων χρόνων, στο οποίο ιδιώτευσε ως δικηγόρος στην Πάτρα και την Αθήνα. Μάλιστα το 1873 εμφανίζεται[8] δικηγόρος σε μια υπόθεση που μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για αρκετούς μήνες, σε αυτή των Λαυρεωτικών. Μαζί με τον καθηγητή της Νομικής σχολής Αθηνών, Νικόλαο Δαμάσκηνο, είχε αναλάβει την νομική υποστήριξη του Ιωάννη Σερπιέρη στην αναζήτηση αγοραστή για τα ορυχεία του Λαυρίου. Ο Ανδρέας Συγγρός, αγοραστής τελικά των ορυχείων, στα απομνημονεύματά του αναφέρεται στον Ρικάκη αρνητικά λέγοντας πως θεωρούσε αναξιόπιστους[9] τον Σερπιέρη και τους δικηγόρους του, Ρικάκη και Δαμασκηνό. Αργότερα όμως μεταβάλει την άποψή του για τον Σερπιέρη (πιθανόν και για το δίκτυο δικηγόρων που τον περιέβαλε).
![]() |
Αντώνιος Ρικάκης, έργο του Λεωνίδα Παπαδόπουλου λάδι σε μουαμά, 64 x 53 εκ., Βουλή των Ελλήνων |
Την δεκαετία του 1850 παντρεύτηκε την Θεώνη Παπαδιαμαντοπούλου, κόρη του κτηματία και πολιτικού Παναγιώτη Παπαδιαμαντόπουλου. Ο γάμος του με την Θεώνη μπορούμε να υποθέσουμε ότι εκτός από την σημαντική προίκα (κτήματα στα Βραχνέϊκα κ..α), σε ακίνητη ή ρευστή περιουσία, τον ενένταξε και στο σημαντικό οικογενειακό δίκτυο[7] των Παπαδιαμαντόπουλων που εκτεινόταν και στην αθηναϊκή κοινωνία μέσω των διαφόρων επιγαμιών που τα μέλη της είχαν πραγματοποιήσει. Να σημειωθεί πάντως ότι αν και συνδεόταν συγγενικά μέσω της συζύγου του με την οικογένεια Καλαμογδάρτη, με εξαίρεση τις εκλογές του 1861, συμμετείχε σε αντίπαλες παρατάξεις.
Όπως θα δούμε παρακάτω μεταξύ της πρώτης του εκλογής ως βουλευτού (1861) και της δεύτερης (1875) μεσολαβεί ένα κενό δεκατεσσάρων χρόνων, στο οποίο ιδιώτευσε ως δικηγόρος στην Πάτρα και την Αθήνα. Μάλιστα το 1873 εμφανίζεται[8] δικηγόρος σε μια υπόθεση που μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για αρκετούς μήνες, σε αυτή των Λαυρεωτικών. Μαζί με τον καθηγητή της Νομικής σχολής Αθηνών, Νικόλαο Δαμάσκηνο, είχε αναλάβει την νομική υποστήριξη του Ιωάννη Σερπιέρη στην αναζήτηση αγοραστή για τα ορυχεία του Λαυρίου. Ο Ανδρέας Συγγρός, αγοραστής τελικά των ορυχείων, στα απομνημονεύματά του αναφέρεται στον Ρικάκη αρνητικά λέγοντας πως θεωρούσε αναξιόπιστους[9] τον Σερπιέρη και τους δικηγόρους του, Ρικάκη και Δαμασκηνό. Αργότερα όμως μεταβάλει την άποψή του για τον Σερπιέρη (πιθανόν και για το δίκτυο δικηγόρων που τον περιέβαλε).