Σάββατο, Μαΐου 2

Γενεαλογικά Αυγερινών

Στην ¨Πελοποννησιακή εγκυκλοπαίδεια", της οποίας δυστυχώς κυκλοφόρησαν μόνο 3 τόμοι, αναφέρεται οτι η οικογένεια Αυγερινού εγκαταστάθηκε το 1680 στο χωριό Δούκα Ηλείας προερχόμενη απο τα Αυγερινάτα Κεφαλλονιάς. Στον Πύργο φέρεται να εγκαταστάθηκε λίγο αργότερα, το 1770. Γενάρχης της οικογένειας ήταν ο Δημήτρης Αυγερινός, ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα Αυγερινάτα λόγω συγκρούσεών του με τις εκεί αρχές. Ο Βύρων Δάβος στο βιβλίο του "Η ζωή των κατοίκων της Ηλείας κατά την Τουρκοκρατία" βασιζόμενος σε έγγραφα της εποχής αναφέρεται στην δραστηριότητα του Γεώργιου Αυγερινού ως γραμματικού των Τούρκων αγάδων. Λόγω της μόρφωσής του βοηθούσε τους αγάδες στο εμπόριο με τους Επτανήσιους ενώ παράλληλα νοίκιαζε τις εκτάσεις των πρώτων αποκτώντας έτσι τεράστια κέρδη. Η ισχύς της οικογένειας αποδεικνύεται και απο το γεγονός οτι το 1807 φιλοξένησαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη καθώς προσπαθούσε να διαφύγει για τη Ζάκυνθο. Εκτός απο το εμπόριο και την καλλιέργεια των τουρκικών εκτάσεων, εκτάσεις διατηρούσαν και στην Κεφαλλονιά.

Έχοντας τα ηνία της τοπικής εξουσίας κατά την προεπαναστατική περίοδο, τα μέλη της ήρθαν σε επαφή με την Φιλική Εταιρεία, στην οποία και μυήθηκαν. Συμμετείχαν στην επανάσταση είτε εκπροσωπώντας τον Πύργο είτε λαμβάνοντας μέρος σε μάχες ως αρχίατροι (Αγαμέμνων) ή οπλαρχηγοί. Μετά την επανάσταση ασχολήθηκαν σχεδόν όλοι με την πολιτικοί εκλεγόμενοι βουλευτές, δήμαρχοι Λετρινων, πρόεδροι της βουλής κ.α.

Ο Γεώργιος Αυγερινός λοιπόν αν και δεν ξέρουμε με ποιά ήταν παντρεμένος γνωρίζουμε ότι είχε τουλάχιστον τρείς γιούς και μια κόρη: τον Αγαμέμνωνα, τον Δημήτριο, τον Χριστόδουλο και τον Αναστάσιο. Το όνομα της κόρης μας διαφεύγει, είναι όμως γνωστό ότι παντρεύτηκε τον Ιωάννη Σισίνη, πρόκριτο Γαστούνης και αδερφό του Γεώργιου Σισίνη (η οικογένεια Αυγερινού είχε στενές σχέσεις με τους Σισίνηδες ήδη απο πολύ παλιά) Ο Δημήτριος Αυγερινός έμπορος στο επάγγελμα, εκλεγμένος πληρεξούσιος Πύργου και αποκαλούμενος ως γραμματικός απέκτησε τον Ανδρέα (1820 - 1895) και τον Πετράκη Αυγερινό. Ο πρώτος ασχολήθηκε με την πολιτική εκλεγόμενος πολλάκις βουλευτής και διατελώντας υπουργός εσωτερικών, οικονομικών, παιδείας, ναυτιλίας και πρόεδρος της βουλής ενώ ο δεύτερος, ο Πετράκης, εξελέγη βουλευτής Ηλείας και διετέλεσε για πολλά χρόνια δήμαρχος Λετρίνων. Παντρεύτηκε μάλιστα την Γεωργίτσα Δαραλέξη, κόρη του βουλευτή Χρίστου Δαραλέξη και αδερφή του βουλευτή, συγγραφέα και προέδρου της ΕΣΗΕΑ, Θεμιστοκλή Δαραλέξη. Ο Αγαμέμνων Αυγερινός ήταν ο μόνος σπουδασμένος της πρώτης γενιάς. Σπούδασε ιατρική στην Ιταλία, εξελέγη πληρεξούσιος Ηλείας, διετέλεσε υπουργός και πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων. Συγγενείς των παραπάνω ήταν οι Διονύσιος Αυγερινός, που πνίγηκε στον Αλφειό κατά τη μάχη της Αγουλινίτσας, Πλάτων Αυγερινός, μάλλον ανηψιός του Χριστόδουλου και Αποστόλης Αυγερινός, που πολέμησε στην μάχη των Πατρών.

Γιός του Αναστάσιου Αυγερινού ήταν ο Αυγερινός Αυγερινός. Γιός του τελευταίου ήταν ο Χαράλαμπος Αυγερινός, δήμαρχος Πύργου, του οποίου ο γιός, Νάκης Αυγερινός, εξελέγη αρκετές φορές βουλευτής Ηλείας. Ο Νάκης Αυγερινός (1911 - 2002) ήταν ο τελευταίος αρρένας απόγονος της οικογένειας και ήταν παντρεμένος με την Λουκία Σωτηροπούλου. Κόρη του είναι η Χρυσαφούλα Αυγερινού - Σακελλαρίου. Αδερφή του Χαράλαμπου Αυγερινού ήταν η Ελένη Αυγερινού, σύζυγος Παναγούλη, παππού του Αλέκου Παναγούλη.

Πέμπτη, Απριλίου 30

Η διαμονή Καλαμογδάρτη εις το Λιβόρνο

Ο Αντώνιος Καλαμογδάρτης διέμεινε στο Λιβόρνο την περίοδο 1850-1854 ενώ κατά πάσα πιθανότατα πρέπει να επανήλθε μετά το 1856, για μικρό χρονικό διάστημα. Ο λόγος της μετάβασής του πρέπει να σχετίζεται με την ασθένειά του, τους ρεματισμούς που τον ταλαιπωρούσαν απο την εποχή που βρισκόταν φυλακισμένος στο Μπούρτζι ως αντικαποδιστριακός. Η εγκατάστασή του οικογενειακώς στο Λιβόρνο συνοδεύθηκε με τον διορισμό του απο το υπουργείο εξωτερικών στην θέση του υποπροξένου της Ελλάδας στην περιοχή αυτή της Ιταλίας. Ανάμεσα στις υποχρεώσεις του ήταν η είσπραξη των προξενικών δικαιωμάτων. Να σημειωθεί οτι δεν προβλεπόταν μισθός για την θέση.

Στη θέση του υποπροξένου μέχρι τότε βρισκόταν ο Στέριος Ευθυμιάδης, υπάλληλος στο κατάστημα του Κωνσταντίνου Τοσίτζα και προστατευόμενός του. Ο Κωνσταντίνος Τοσίτζας ήταν γενικός πρόξενος και είχε δώσει μάχη με το υπουργείο εξωτερικών το 1843 για τον διορισμό του Ευστρατιάδη στη θέση του υποπροξένου. Η απόφαση του υπουργείου επέφερε βέβαια την αντίδραση του Τοσίτζα, ο οποίος με επιστολή του προς το υπουργείο εξωτερικών επιχειρούσε να υποτιμήσει την θέση του υποπροξένου. Σε απάντηση της επιστολής του Τοσίτζα, το υπουργείο διόρισε στις 25 Ιανουαρίου τον Καλαμογδάρτη πρόξενο της Ελλάδας στο Λιβόρνο.

Η αφορμή για νέα διαμάχη μεταξύ υπουργείου - Τοσίτζα δεν άργησε να βρεθεί. Η απουσία του Καλαμογδάρτη, κατόπιν αδείας, απο τα καθήκοντά του για μήνες λόγω της ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε δημιούργησε κενό εξουσίας, το οποίο έσπευσε να εκμεταλλευτεί ο Τοσίτζας. Συγκεκριμένα αν και ο Αντώνιος Καλαμογδάρτης είχε ορίσει ως προσωρινό αντικαταστάτη του τον γραμματέα του τον Σπυρίδωνα Σιδέρη, οι αρχές της Τοσκάνης αρνήθηκαν να τον αναγνωρίσουν καθώς ο Κωνσταντίνος Τοσίτζας, ο οποίος διέμενε στην Φλωρεντία, όπου είχε μεταφερθεί η έδρα του γενικού προξενίου, ως γενικός πρόξενος, είχε ορίσει ως αντικαταστάτη του στο Λιβόρνο, τον Ευστρατιάδη. Τον Ιούλιου του 1831 ο Σιδέρης παραιτήθηκε ύστερα απο την αντίδραση που δημιουργήθηκε εξαιτίας μιας πράξεώς του σχετικά με δύο Έλληνες ναύτες. Την ίδια περίοδο ο Καλαμογδάρτης ζήτησε νέα άδεια, η οποία διήρκησε πάνω απο ένα χρόνο.

Στις 19 Δεκεμβρίου 1954, ύστερα απο αρκετές απουσίες λόγω ασθένειας, εκδόθηκε βασιλικό διάταγμα σύμφωνα με το οποίο ο Καλαμογδάρτης αντικαθίστατο απο τον Θεόδωρο Τοσίτζα, υιό του Κωνσταντίνου. Περισσότερα στοιχεία για την θητεία Καλαμογδάρτη αναφέρονται στο βιβλίο της Δέσποινας Βλάμη "Το Φιορίνι, το σιτάρι και η οδός του κήπου, Έλληνες έμποροι στο Λιβόρνο (1750-1868)".

Πέμπτη, Ιανουαρίου 8

Η φυγή Μεταξά απο την Πάτρα

Έτσι για να είμαστε στην επικαιρότητα σκέφτηκα να ασχοληθώ και εγώ με το λιμάνι της Πάτρας ως πύλη εξόδου. Με τη διαφορά οτι θα πάμε στα 1923 σε μια αρκετά κρίσιμη καμπή της ελληνικής ιστορίας.

Ήταν τότε που ξεσπούσε το κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη την 21η Οκτωβρίου του 23΄. Το κίνημα αυτό που χαρακτηρίστηκε ως "αντιπανάστασις" είχε ως κύριο στόχο, αν και απο την προκήρυξής της δεν φαινόταν κάτι τέτοιο, την πτώση της ηγεσίας της επαναστάσεως του 22΄ που την αποτελούσαν οι Πλαστήρας, Γονατάς κ.λπ. Στην Πάτρα, που μας ενδιαφέρει και περισσότερο, το κίνημα επικράτησε σχεδόν αμέσως αφού το Β΄ Σώμα Στρατού που έδρευε στην πόλη μας εστασίασε όλο πλην του διοικητού της υποστράτηγου Κ. Μαννέτα, ο οποίος και στη συνέχεια οδηγήθηκε στην Τρίπολη. Για το κίνημα γνώριζε και ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος προσπάθησε να ηγηθεί αυτού χωρίς επιτυχία.

Ύστερα απο παρασηνιακές διεργασίες στην Κορινθο, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι ηγέτες του κινήματος, και μετά την άρνηση των να ακολουθήσουν τις οδηγίες του, ο Μεταξάς συνειδητοποίησε οτι το κίνημα αργά ή γρήγορα θα αποτύγχανε. Αποφάσισε λοιπόν να κατευθυνθεί στην Πάτρα με το αυτοκίνητό του και να διαφύγει καθώς υπήρχε ο κίνδυνος συλλήψεώς του απο την κυβέρνηση. Τελικώς στην Πάτρα έφτασε με αμαξοστοιχία (που χρησιμοποιήθηκε ειδικά για την μεταφορά του) κατόπιν διαμεσολάβησης του Κωνσταντίνου Μανιαδάκη, του μετέπειτα υπουργού ασφαλείας της 4ης Αυγούστου και φρούραρχου τότε της Κορίνθου. Αφού αποβιβάστηκε στο Ρίου, διέμεινε μαζί με τον γαμπρό του Διάκο στην Πάτρα στο σπίτι κάποιου Γεωργίου. Μάλλον πρόκειται για τον Μιχαήλ Γεωργίου που όπως μας πληροφορει ο Τριανταφύλλου ήταν "πολιτευόμενος Πατρινός, φίλος του Μεταξά που διετέλεσε νομάρχης Κεφαλληνίας την περίοδο 1936-1941".

Όταν τα νέα περι αποτυχίας του κινήματος έφτασαν στην Πάτρα, ο Μεταξάς με τη βοήθεια ενός υπολιμενάρχου ονόματει Δασκαλάκη, επιβιβάστηκε σε ένα νορβηγικό φορτηγό πλοίο με το όνομα "Μπλαζέ" που φόρτωνε βακαλάο και διέφυγε στην Ιταλία. Στην φυγή του δεν τον ακολούθησε ο Διάκος, ο οποίος και συνελλήφθη λίγο αργότερα. Για τον υπολιμενάρχη Δασκαλόπουλο δεν βρήκα πολλά. Απ'οτι κοιταξα σε κάτι εκδόσεις για την ιστορία του Λιμενικού Σώματος μάλλον πρόκειται για τον Βασίλειο Δασκαλάκη, υπαξιωματικό του πολεμικού ναυτικού που μετατάχθηκε στο Λ.Σ. το 1920 με τον βαθμό του αρχιλιμενοφύλακα Β΄ και ο οποίος με τον νόμο του 1936 απο αρχικελευστής έγινε σημαιοφόρος Πληρωμάτων Λιμενικού Σώματος (ΠΛΣ). Το 1941 βρέθηκε να υπηρετεί ως βοηθός μαζί με τον αντιπλοίαρχο Αλεξανδράκη στο προξενικό λιμεναρχείο της Λισσαβώνας, το οποίο δεν υπάρχει σήμερα, φέροντας τον βαθμό του υποπλοιάρχου ΠΛΣ. Αξίζει να σημειωθεί οτι λιμενάρχης εκείνη την περίοδο ήταν Παύλος Ζουμης, ο οποίος αποστρατεύθηκε το 1926.

Αυτά τα oλίγα.