Πέμπτη, Ιουλίου 28

Ιταλοί στην Πάτρα

Ακόμα και σήμερα μπορεί να ακούσει κανείς κάποιον Πατρινό να αναφέρεται στα μικρά παιδιά χρησιμοποιώντας την λέξη «τσορομπίλια». Η ιταλική καταγωγή αυτής της λέξης είναι προφανής και υποδηλώνει την στενή σχέση της πόλεως των Πατρών με την έτερη χώρα της Αδριατικής: την Ιταλία. Συχνότερα βέβαια θα χρησιμοποιηθεί η γνωστή σε όλους μας βρισιά «μινάρας» εκ του ιταλικού minare. Τέτοιες λέξεις, μαζί με την καθολική εκκλησία του Αγίου Ανδρέα στην Μαιζώνος, το καθολικό τμήμα στο Α΄ Νεκροταφείο, την μαρμάρινη εντοιχισμένη πλάκα στο σπίτι της Κορίνθου που υπενθυμίζει στον διαβάτη ότι εκεί γεννήθηκε η Ματθίλδη Σεράο (1856 – 1926) και μερικά ιταλογενή επίθετα συμπολιτών μας (Δεμαρτίνος, Στόλλας, Μαστροπάσκουα κ.λπ.), είναι ίσως τα μοναδικά ενθύμια του περάσματος μιας πολυπληθούς, όχι όμως οικονομικά και κοινωνικά ακμάζουσας, ιταλικής παροικίας. Η ήττα των χωρών του Άξονα (μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και η Ιταλία) και κατ’ επέκταση το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σήμανε και το τέλος της ιταλικής αυτής παροικίας, τα μέλη της οποίας (περίπου 5.000) αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Πάτρα.

Δρόμος της ιταλικής συνοικίας (πιθανόν η Γαμβέτα)




Απαρχές

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας δεν εντοπίζεται σημαίνουσα παρουσία Ιταλών στην Πάτρα πλην βέβαια της οικογένειας Ρούφου, η οποία είχε εγκατασταθεί στην πόλη ήδη από τον 16ο αιώνα διατηρώντας μέχρι και στα τέλη του 17ου αιώνα το καθολικό της δόγμα. Αντίθετα πολλοί γόνοι ευκατάστατων ελληνικών οικογενειών επέλεγαν την γείτονα χώρα για σπουδές ενώ πολλές οικογένειες διατηρούσαν σημαντικούς εμπορικούς δεσμούς. Οικογένειες όπως αυτή των Κωστάκη (Λιβόρνο) είχαν επιλέξει να εγκατασταθούν μόνιμα στην Ιταλία διατηρώντας όμως τους δεσμούς με την πόλη των Πατρών.
Σύντομα αυτό έμελλε να αλλάξει. Ήδη από το 1828 Ναπολιτάνοι ψαράδες είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στον πατραϊκό κόλπο και να θέτουν τα θεμέλια για την δημιουργία της μετέπειτα πολυπληθούς ιταλικής παροικίας. Μέχρι το 1880 οι οικειοθελείς αφίξεις ιταλών ψαράδων και εργατών στην Πάτρα συνεχίστηκαν αμείωτες. Πριν συνεχίσουμε όμως την ιστορική αυτή αφήγηση είναι απαραίτητο να πραγματοποιήσουμε μια παρένθεση σχετικά με τους Ιταλούς πρόσφυγες που κατέφτασαν στον ελλαδικό χώρο στα 1849.

Ιταλοί πρόσφυγες (1849)

Η γαλλική επανάσταση και οι ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές που επακολούθησαν χρονικά οδήγησαν όλη την Ευρώπη σε αναταραχή. Προς το τέλος της ναπολεόντειας περιόδου ξεπήδησαν επαναστατικές οργανώσεις βασισμένες στον τρόπο οργάνωσης των μασονικών στοών. Η πιο διάσημη από αυτές ήταν αδελφότητα των «Καρμπονάρων», η οποία οργανώθηκε στη νότια Ιταλία μετά το 1807. Ο καρμποναρισμός, όπως παρατηρεί και ο Χομπάσουμ1, παρέμεινε η κύρια μορφή επαναστατικής οργάνωσης, και ίσως διατήρησε τη συνοχή του με τη συμπαράστασή του στην ελληνική απελευθέρωση (φιλελληνισμός). Στο κίνημα συμπαράστασης που δημιουργήθηκε υπέρ της ελληνικής επανάστασης συγκαταλέχθηκαν και αρκετοί Ιταλοί, οι οποίο ήρθαν στην Ελλάδα για αν συμμετάσχουν στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Επομένως, όταν στα 1848 απελευθερωτικά κινήματα ξεσπάνε σε όλη την επικράτεια της Ιταλίας, η ελληνική κοινή γνώμη τα παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον ενώ προς υποστήριξη αυτών δεκάδες Έλληνες φοιτητές μεταβαίνουν σε αυτή. Η αποτυχία των ενωμένων Ιταλικών στρατευμάτων και των ηγετών αυτών, με προεξέχοντα τον Γκαριμπάλντι, προσωπικότητα ιδιαιτέρως αγαπητή από τον ελληνικό λαό, οδήγησε σε μαζική έξοδο χιλιάδες Ιταλούς, οι οποίοι αναζήτησαν πολιτικό άσυλο σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Μερίδα αυτών κατέληξε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κέρκυρα, την Σύρο και την Πάτρα. Παρά τις αντιδράσεις της αυστριακής κυβέρνησης, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κανάρη, πιεζόμενη από την έμπρακτη συμπαράσταση του ελληνικού λαού στους Ιταλούς πρόσφυγες, τους παραχώρησε πολιτικό άσυλο.
Από τον Ιούλιο του 1849, οπότε και κατέφθασαν στην Πάτρα οι πρώτοι πρόσφυγες, μέχρι και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους κατέφθασαν, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, 658 αξιωματικοί, στρατιώτες και πολίτες. Σύμφωνα με τον πατρινό ιστορικό Χρήστο Μούλια ο αριθμός ήταν πολύ μεγαλύτερος2. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε ότι η μελέτη του με τίτλο «Ιταλοί πρόσφυγες στην Πάτρα (1849)», που ανακοινώθηκε αρχικά στο Δ΄ Διεθνές Συνέδριο Πελοποννησιακών Σπουδών (1990) και δημοσιεύθηκε μετέπειτα (1993) στον σχετικό τόμο πρακτικών του Συνεδρίου αλλά και σε συλλογή άρθρων του ιδίου (Ιστορικά Σημειώματα, εκδόσεις Περί Τεχνών, Πάτρα 2007), αποτελεί την κατατοπιστικότερη για το συγκεκριμένο ζήτημα. Καρπός της μελέτης του αυτής ήταν η αποκατάσταση μιας σημαντικής παρανόησης που επικρατούσε στην βιβλιογραφία και αφορούσε την τύχη αυτών των προσφύγων. Σύμφωνα με την τότε κρατούσα άποψη οι Ιταλοί πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Πάτρα παρέμειναν σε αυτή αποτελώντας με αυτόν τον τρόπο τις απαρχές της ιταλικής παροικίας στην Πάτρα. Αντίθετα απ’ ότι υποστηριζόταν μέχρι τότε ο Μούλιας απέδειξε πως αφενός μεταξύ των προσφύγων συγκαταλέγονταν, εκτός από Ιταλούς, Ούγγροι και Πολωνοί, αφετέρου ότι ελάχιστοι από αυτούς παρέμειναν στον ελλαδικό χώρο μετά την ενοποίηση του ιταλικού κράτους, το 1861. Στην ίδια μελέτη καταρρίπτει και την σύνδεση των Ιταλών με την δημιουργία σοσιαλιστικών και αναρχικών κύκλων στην Πάτρα, θεωρία που έχει κατά το παρελθόν διατυπωθεί πολλάκις.
Η εφημερίδα «Αιών» των Αθηνών αναφέρει σε δημοσιεύματά της (στις 9/7/1849 και 6/8/1949) ότι για την αποκατάσταση των αφιχθέντων προσφύγων ο νομάρχης Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος διέταξε την δημαρχία να παραχωρήσει καταλύματα ενώ αναφέρεται πως πολλοί πατρινοί φιλοξένησαν στα ίδια τους τα σπίτια πρόσφυγες. Αρκετά δημοσιεύματα3 ιταλικών εφημερίδων επισημαίνουν την φιλόξενη υποδοχή που επιφύλαξαν οι αρχές και οι κάτοικοι των Πατρών ενώ πλήθος ευχαριστήριων επιστολών από την μεριά των προσφύγων προς τις αρχές αλλά και προς συγκεκριμένα πρόσωπα έχουν διασωθεί. Χαρακτηριστικά αναφέρω τις δύο ευχαριστήριες επιστολές των Ιταλών προσφύγων προς την Θεώνη Δρακοπούλου – Καλαμογδάρτη. Τεκμήρια της εποχής αλιεύονται και στις πατρινές εφημερίδες. Η εφημερίδα «Μίνως» (3/6/1859) αναφέρει την σύσταση επιτροπής εράνου από Πατρινούς για την υποστήριξη των άπορων πολεμιστών. Μεταξύ των προσφύγων που κατέφυγαν στην πόλη ήταν και ο Φραγκίσκος Σαβάριο Σεράο, δικηγόρος και πατέρας της συγγραφέως Ματθίλδη Σεράο, που εγκαταστάθηκε στην Πάτρα στις 26 Ιουλίου 1849.

Ιταλικά ψαράδικα

Εγκατάσταση και δημογραφική εξέλιξη 

        Αν και πολυπληθέστατη, η καθολική κοινότητα ήταν εξαιρετικά φτωχή και σχεδόν καμία οικογένεια αυτής δεν ανήκε στην άρχουσα τάξη. Η πλειονότητα αυτών είχε εγκατασταθεί στην φτωχική συνοικία του Αγίου Διονυσίου, ελάχιστες δε κατοικούσαν στο κέντρο της πόλεως. Κέντρο της ιταλικής συνοικίας αποτελούσε η σημερινή οδός Γαμβέτα. Άλλη μια συνοικία Ιταλών αναφέρεται ότι υπήρχε στα Σύνορα, όπου διατηρούσαν μεγάλες εκτάσεις. 
Οι Ιταλοί των Πατρών ασχολούντο κυρίως με την αλιεία, την γεωργία και γενικώς με χειρονακτικές εργασίες ενώ κατά την ακμή της σταφίδας έβρισκαν απασχόληση σε σταφιδαποθήκες. Επιπροσθέτως η κατασκευή του νέου λιμανιού φαίνεται να υπήρξε ικανός λόγος για να προσελκύσει Ιταλούς μετανάστες που βρήκαν δουλειά ως εργάτες. Εκτός από Ιταλούς, στην Πάτρα είχαν εγκατασταθεί και Μαλτέζοι. Από την παρουσία των τελευταίων προέρχεται και η φράση "βρίζει σαν Μαλτέζος λεμβούχος". Η ραγδαία δημογραφική αύξηση αποδίδεται
4 ως επί το πλείστον στις συνεχείς αφίξεις νέων μεταναστών για εργασία και στις γεννήσεις πολλών παιδιών. Για το τελευταίο μάλιστα παραθέτει πληθώρα στοιχείων βασιζόμενος στους κώδικες που διατηρούσαν οι εφημέριοι της καθολικής εκκλησίας Πατρών από το 1828. Από το 1828, οπότε και καταγράφεται μια γέννηση, μέχρι και το 1849, οπότε και οι γεννήσεις αγγίζουν για πρώτη φορά διψήφιο αριθμό παρατηρείται μια ήπια αύξηση ενώ από το 1861 ο αριθμός των γεννήσεων σταθεροποιείται σε διψήφιο διαγράφοντας αυξητικές τάσεις που κορυφώνονται την περίοδο 1870 - 1900, οπότε και καταγράφονται συνολικά 2.463 γεννήσεις! Ο Μούλιας υποστηρίζει ότι το 1849, και πριν την άφιξη των προσφύγων, η Πάτρα αριθμούσε περί τους 250 Ιταλούς ενώ το 1858 σε προξενική έκθεση καταγράφονται 370 Ιταλοί χωρίς να συνυπολογίζεται ο αριθμός των προσφύγων.5 Σύμφωνα με ενοριακή απογραφή του 1879 ο πληθυσμός των υπολογιζόταν σε 1302 ενώ το 1907 αριθμούσε περί τους 2.500, αν και ο αριθμός τους πρέπει να ήταν αρκετά μεγαλύτερος.6 

Σύλλογοι και εκπαιδευτικά ιδρύματα

Προϊόντος του χρόνου οι Ιταλοί άρχισαν να αφομοιώνονται στον τρόπο ζωής της πόλης και άρχισαν να οργανώνονται ιδρύοντας συλλόγους, εκπαιδευτικά ιδρύματα και ναούς. Οι συμπολίτες τους τους αποκαλούσαν «ταρταρούγκα» ενώ για τους Ιταλούς ψαράδες χρησιμοποιούσαν7 τον χαρακτηρισμό «γανιοί».
Το 1881 ιδρύθηκε8 το φιλανθρωπικό σωματείο “Γενική Αλληλοβοηθητική Εταιρία των εργατών της ξηράς και της θαλάσσης της εν Πάτραις ιταλικής παροικίας”. Το 1889 ιδρύθηκε η αλληλοβοηθητική εταιρεία με την επωνυμία “Βίκτωρ Εμμανουήλ”, τα μέλη της οποίας ενεπλάκησαν σε έριδες με αποτέλεσμα να ζητηθεί η παρέμβαση του Ιταλού προξένου, ο οποίος και ζήτησε την διάλυση του σωματείου. Το 1892 ίδρυσαν φιλαρμονική. Το 1887 φαίνεται να λειτουργούσε “Λέσχη των Ιταλών” με πρόεδρο τον Ηρακή Τζούκολη (Zuccoli). Ένα ενδιαφέρον περιστατικό που φανερώνει την ισχύ των τοπικών αυτών συλλόγων αλλά και τον ρόλο της καθολικής εκκλησίας στην πόλη απασχόλησε9 τον τοπικό τύπο. Τον Σεπτέμβριο του 1884 διοργανώθηκε από τον Σύλλογο Αλληλοβοήθειας γιορτή με αφορμή την επέτειο της εισόδου των ιταλικών στρατευμάτων στη Ρώμη. Στο αίτημα του συλλόγου για πραγματοποίηση δοξολογίας από την καθολική εκκλησία, ο καθολικός ιερέας, Αντώνιος Παλαιολόγος, αρνήθηκε με αποτέλεσμα η δοξολογία να τελεστεί σε Ορθόδοξο Ναό.
Η πρώτη ιταλική επιχείρηση που δραστηριοποιήθηκε στην Πάτρα ήταν η “Φόγγελ και Σα” με έδρα το Μιλάνο και διευθυντή τον Ηρακλή Τζούκολη (Zuccoli), τον οποίο συναντήσαμε παραπάνω. Η συγκεκριμένη εταιρεία10 είχε αναλάβει την εργολαβία της λειτουργίας του εργοστασίου του φωταερίου γι’ αυτό και τα στελέχη της διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο.
Μια πτυχή που δεν έχει διευκρινιστεί είναι το κριτήριο με το οποίο ψήφιζαν οι καθολικοί της Πάτρας και γενικότερα αν υποστήριζαν μαζικά κάποιον από τους υποψηφίους. Γνωρίζουμε ότι κάποιοι πολιτικοί εκ Πατρών, όπως ο Θεόδωρος Ζαΐμης, γιατρός και βουλευτής, και ο Λουκάς Κανακάρης - Ρούφος, βουλευτής και υπουργός, είχαν τιμηθεί από την ιταλική κυβέρνηση. Ειδικά ο τελευταίος αναφερόταν συχνά σε ομιλίες του σε εκδηλώσεις και στον τύπο για την ιταλική καταγωγή του και για την βράβευσή του από την ιταλική κυβέρνηση, γεγονός που μπορεί να έχει σχέση με την διατήρηση της εκλογικής του πελατείας.

Εκπαιδευτικά ιδρύματα και ναοί

Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν δύο ιταλικά σχολεία, τα οποία λειτουργούσαν υπό την αιγίδα της καθολικής εκκλησίας και του προξενείου. Το πρώτο, το οποίο ονομαζόταν “Άγιος Ανδρέας”, είχε ιδρυθεί το 1857 με πρωτοβουλία του καθολικού επισκόπου Σύρου και σε αυτό φοιτούσαν παιδιά της καθολικής κοινότητας. Η διεύθυνση του σχολείου είχε ανατεθεί σε μοναχές από την Ιβρέα της βορειοδυτικής Ιταλίας. Το τμήμα αρρένων λειτούργησε υπό την διεύθυνσή τους μέχρι το 1915 ενώ των θηλέων μέχρι το 1940. Το 1915 εγκαταστάθηκαν11 στην Πάτρα οι πρώτοι τέσσερις Μαριανοί αδελφοί προκειμένου να αναλάβουν το τμήμα αρρένων. Το νέο σχολείο, γαλλόφωνο πια, βρισκόταν στην οδό Ζαΐμη και στέγαζε μεταξύ άλλων εμπορική σχολή και οικοτροφείο. Σταδιακά η προσέλευση των μαθητών αυξήθηκε αφού το 1924 φοιτούσαν 350 μαθητές και 35 οικότροφοι σε αντίθεση με το πρώτο έτος λειτουργίας της σχολής που φοιτούσαν 70. Τον Οκτώβριο του 1920 μετεστεγάστηκε σε ιδιόκτητο κτίριο της οδού Ζαΐμη 17. Ο “Άγιος Ανδρέας” διατηρούσε αγαστές σχέσεις με το όμορό του στην Αθήνα (Λεόντειο Λύκειο), με το οποίο συνεργαζόταν σε επίπεδο καθηγητών, και υπήρξε ένα από τα καλύτερα της εποχής. Με την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το σχολείο σταμάτησε την λειτουργία του για να ξανανοίξει μετά το τέλος του πολέμου. Το 1946 αριθμούσε12 50 καθολικούς μαθητές στο δημοτικό και 180 στα φροντιστηριακά μαθήματα γαλλικών. Η μείωση όμως των μελών της καθολικής κοινότητας οδήγησε το σχολείο στο οριστικό του κλείσιμο το 1947. Το κτίριο που στεγαζόταν πουλήθηκε το 1962.
Το 1881 ιδρύθηκε από την αδελφή Tereza di Chizo καθολικό παρθεναγωγείο και το 1889 ιταλική σχολή αρρένων και θηλέων. Στις αρχές του 20ου αιώνα λειτουργούσαν13 τέσσερα σχολεία, η ελληνογαλλική εμπορική σχολή, (Σχολή των Freres Maristes), η Σχολή Καλογραίων, στην οδό Κορίνθου (στο σημερινό παράρτημα του Πανεπιστημίου, ένα νηπιαγωγείο επί των οδών Κορίνθου και Μανιακίου, η σχολή των Fratelli, στην Ρήγα Φεραίου καθώς ένα μικτό δημοτικού επί της οδού Μαιζώνος. Το 1935 ιδρύθηκε η ιταλική σχολή “Scuola Reale”.

Σχολείο Σανταρόζα
(Ρήγα Φεραίου & Σατωβριάνδου)

Καθολικές εκκλησίες

Ο πρώτος ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Ανδρέα, κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα Friderico Sussa την περίοδο 1838 - 1841 στην ίδια θέση, όπου βρίσκεται και ο σημερινός. Το οικόπεδο είχε παραχωρηθεί από το ελληνικό κράτος για τις θρησκευτικές ανάγκες των αλλόδοξων. Λόγω όμως της συνεχούς αυξητικής τάσης του αριθμού των καθολικών αποφασίστηκε η ανέγερση μεγαλυτέρου ναού με αποτέλεσμα το 1925 να κατεδαφιστεί και στη θέση του να αντικατασταθεί από τον σημερινό, ο οποίος και εγκαινιάστηκε το 1938.14Παραπλεύρως λειτουργούσε παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Παναγία της Λούρδης, στο Α΄ Νεκροταφείο Πατρών, εκκλησία της Παναγίας των Χαρίτων καθώς και εσωτερικά παρεκκλήσια στη σχολή των Freres Maristers επί των οδών Ζαΐμη και Μαιζώνος, στη σχολή Καλογραιών (Αδελφαί του Ελέους), οδός Κορίνθου, και στη σχολή Fratelli, οδός Ρήγα Φεραίου και Σατωβριάνδου. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ιδιόκτητο ακίνητο των Φραγκισκανών, στην πλατεία Μαρούδα, λειτουργούσε το παρεκκλήσιο του Αγίου Αντωνίου.

Το τέλος

Το τέλος αυτής της ετερόδοξης κοινότητας ήταν άδοξο και συνδέεται άρρηκτα με το γεγονός του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής και ιταλικής κατοχής η στάση των καθολικών της πόλης δημιούργησε εντάσεις μεταξύ των Πατρινών με αποτέλεσμα να διαρηχθούν οι σχέσεις του με τον ορθόδοξο πληθυσμό της πόλης. Με το τέλος του πολέμου η συντριπτική πλειοψηφία τών υποχρεώθηκε15 να εγκαταλείψει την πόλη με λιγότερο από εκατό να παραμένουν.
Η ένταση μεταξύ των δύο κοινοτήτων είχε αρχίσει να διαφαίνεται ήδη πριν από το 1940 καθώς το ιταλικό προξενείο λειτουργούσε16 ως κέντρο φασιστικής προπαγάνδας. Με την κήρυξη του πολέμου διατάχθηκε16 η σύλληψη των ιταλοπατρινών αρρένων. Αρκετοί εξ αυτών για να αποφύγουν την σύλληψη κατέφυγαν στο κτήμα του Καλυδώνα, με αποτέλεσμα κατά την έφοδο του στρατού και της αστυνομίας να επακολουθήσει ανταλλαγή πυροβολισμών που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ενός δεκανέα. Εν τέλει συνελλήφθησαν ενώ το σπίτι λεηλατήθηκε.
Η κινητή και ακίνητη περιουσία των τέθηκε σε μεσεγγύηση από το ελληνικό κράτος με αποτέλεσμα όλη η κινητή περιουσία τους να κατασχεθεί από τις υπηρεσίες του κράτους. Μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων οι συλληφθέντες απελευθερώθηκαν. Οι απόψεις σχετικά με την στάση των ιταλοπατρινών κατά τη διάρκεια της κατοχής διίστανται. Σε κάθε περίπτωση όμως μετά την απελευθέρωση αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.
Κλείνω με την πολύ όμορφη και μελαγχολική περιγραφή17 του Παναγιώτη Κανελλόπουλου για την ιταλική αυτή παροικία που έφυγε: 

“Οι πιο πολλοί - γύρω στις πέντε χιλιάδες - απάρτισαν μια φτωχή συνοικία λίγο πιο πέρα από τον Άγιο Διονύσιο. Ήταν, όμως, φιλότιμοι και εργατικοί οι περισσότεροι από αυτούς τους φτωχούς Ιταλούς. Άλλοι εξακολουθούσαν ναναι ψαράδες, και άλλοι ζητούσαν και έβρισκαν εργασία σε σταφιδαποθήκες και αλλού. Γεννούσαν πολλά παιδιά. Όσες φορές περνούσα μέσ’ από τη συνοικία τους που έμοιαζε με χωριό, βούιζε ο τόπος από τις φωνές των παιδιών και των γυναικών. Η παραμάνα του αδελφού μου Αναστάση, που ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερος από εμένα, ήταν Ιταλίδα. Ονομαζόταν Ροζίνα Μονόπολι. Συνδέθηκε στενά με το σπίτι μας, όσο ζούσαμε στην Πάτρα, και την αγαπούσαμε σαν μέλος της δικής μας οικογένειας. Ο άντρας της - Ανδρέας- ήταν ψαράς. Τριάντα ολόκληρα χρόνια γεννούσε η Ροζίνα παιδιά. Θυμάμαι, πάντα τα τρία, από τα κορίτσια της, την Κιαρίνα, την Αντζουλίνα (μια προκλητική ναπολιτάνικη ομορφιά) και τη Μανουέλα. Όταν τέλειωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, υποχρεώθηκαν σχεδόν όλοι οι Ιταλοί (όσοι παρέμειναν δεν ξεπερνούσαν τους εκατό) να εγκαταλείψουν την Πάτρα. Η διαγωγή τους, στις 28 Οκτωβρίου 1940, καθώς και αργότερα, όταν παρέδωσαν οι Γερμανοί την πόλη μας σε ιταλικές στρατιωτικές αρχές, ήταν δυστυχώς πολύ κακή. Το Νοέμβριο του 1945, έφυγε και η Ροζίνα Μονόπολι, που θαταν τότε παραπάνω από εβδομήντα ετών. Κάποιος με επληροφόρησε ότι θα έφευγε (ήμουν τις μέρες εκείνες πρωθυπουργός), έσπευσα να τηλεφωνήσω στο νομάρχης Αχαΐας να την προλάβει και να την κρατήσει στην Πάτρα, αλλά το πλοίο είχε φύγει”.



Παραπομπές
[1] Hobasaum Eric, Η εποχή των επαναστάσεων (1789 - 1848), εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 2015,σελ. 172
[2] Μούλιας Χρήστος, Ιστορικά Σημειώματα 1, εκδόσεις περί τεχνών, Πάτρα 2008, σελ. 27 
[3] βλ. Τριανταφύλλου Κώστας, Ιστορικό Λεξικό των Πατρών, Τυπογραφείο Κούλη, Πάτρα 1995, τόμος Α΄, λήμμα: Ιταλοί
[4] Ιστορικά Σημειώματα 1, ο.π., σελ. 34
[5] Ιστορικά Σημειώματα 1, ο.π., σελ. 45, Μπακουνάκης Νίκος, Πάτρα 1828 - 1960, μια ελληνική πρωτεύουσα στον 19ο αιώνα, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1995, σελ. 54 

[6] Μούλιας Χρήστος, Το λιμάνι της σταφίδας, Πάτρα 1828 - 1900, εκδόσεις περί τεχνών, σελ. 192

[7] Τριανταφύλλου Κώστας, Ιστορικό Λεξικό των Πατρών, Τυπογραφείο Κούλη, Πάτρα 1995, τόμος Α΄, λήμμα: Γανιοί

[8] εκκρεμεί

[9] εκκρεμεί

[10]  Καΐκα - Μαντανίκα Γιώτα, Το πτερόν εις τον πίλον, εκδόσεις Γιάννης Πικραμένος, Πάτρα 2009, σελ. 189
[11] Βιτάλης Αρμάνδος, Χελάς Βασίλειος, Μαριανοί αδελφοί, Αθήνα 2008, σελ. 23 - 24
[12] Βιτάλης Αρμάνδος, Χελάς Βασίλειος, ο.π., σελ. 23 - 24
[13] Το λιμάνι της σταφίδας, Πάτρα 1828 - 1900, σελ. 188
[14] Καΐκα - Μαντανίκα Γιώτα, ο.π., σελ. 189
[15] Ιστορικό Λεξικό των Πάτρών, ο.π., λήμμα: Ιταλοί

[16] Φιλοσόφου Μαρία, Κατοχή και Αντίσταση στην Αχαΐα: Κοινωνικές και εκπαιδευτικές διαστάσεις, σελ. 250 - 265
[17] Μαρασλής Αλέκος, Ιστορία της Πάτρας, Πάτρα 1983, πρόλογος Κανελλόπουλου




Φωτογραφικό υλικό

Ιταλική σχολή
(στο σημερινό παράρτημα του Πανεπιστημίου, επί Κορίνθου)


Εθνική εορτή των μαθητών (1924)

Η κοινότητα των αδελφών (1924)

Πρωτομαγιάτικη εκδρομή στην Αχάια Κλάους (1934)

Εκδρομή στο Παναχαϊκό (12- 4 -1934), φωτογραφία του Γάλλου προξένου Secureul

Μάλλον η Ζαΐμη



Στο προαύλιο του σχολείο (1929) 
Στο εκκλησάκι του κάστρου στο Ρίο (1929)

* Όλες οι αριθμημένες φωτογραφίες προέρχονται από το εξαίρετο λεύκωμα για τα 100 χρόνια της παρουσίας των Μαριανών Αδελφών και κατ' επέκταση για το Λεόντειο Λύκειο σε επιμέλεια του Αρμάνδου Βιτάλη και Βασιλείου Χελά (Αθήνα 2008).

Δεν υπάρχουν σχόλια: